Στο νησί της Κύπρου και όταν ο άνθρωπος κατάφερε να διαπλεύσει την θρυλική θάλασσα και να πατήσει στις πάντα φιλόξενες ακτές της, παρουσιάστηκε η ανάγκη να γεφυρωθούν πολλοί, μικροί και μεγάλοι ποταμοί για να μπορέσει να επεκταθεί στην ενδοχώρα.
Έτσι κατά την Ρωμαϊκή περίοδο, βλέπουμε να δημιουργείται στο νησί ένα άρτιο οδικό δίκτυο στο οποίο περιλαμβάνονταν λιθόστρωτοι δρόμοι και ξύλινα γεφύρια. Στην Βυζαντινοί περίοδο που ακολούθησε την Ρωμαϊκή, στο νησί για περισσότερα από 800 χρόνια επικράτησε μία ασαφής κατάσταση στις παράλιες περιοχές όπου το νησί μοιραζόταν μεταξύ των Αιγυπτίων και των Βυζαντινών, την ίδια ώρα που η ενδοχώρα μαστιζόταν από τους πειρατές. Το Ρωμαϊκό οδικό δίκτυο παραμελήθηκε και με την πάροδο του χρόνου εξαφανίστηκε.
Την Βυζαντινή περίοδο, διαδέχθηκε η Φραγκοκρατία κατά την οποία γεφυρώνονται πολλοί μεγάλοι ποταμοί, κυρίως στις ορεινές περιοχές του νησιού με σκοπό να διακινούνται πιο εύκολα και πιο γρήγορα οι μεταλλωρύχοι αλλά και οι έμποροι. Κτίζονται πέτρινα γεφύρια με 1, 2 ή και 3 τόξα. Τα περισσότερα από αυτά τα συναντούμε στην επαρχία Πάφου.
Την Φραγκοκρατία διαδέχθηκε η Τουρκοκρατία η οποία στα 371 χρόνια που επικράτησε στο νησί, αποδείχθηκε η πιο σκληρή και στείρα κατοχή που είχε ποτέ επιβληθεί στο νησί. Χιλιάδες ιστορικά μνημεία καταστρέφονται απλά και μόνο γιατί ήταν Φράγκικα ή Χριστιανικά.
Με το τέλος της Τουρκοκρατιας και την εμφάνιση των Άγγλων στην Κύπρο, άρχισε μια νέα εποχή στην οδοποιία και στην γεφύρωση των ποταμών του νησιού. Γεφυρώνονται όλοι οι ποταμοί και τα αργάκια του νησιού την ίδια ώρα οι πόλεις συνδέονται μεταξύ τους με ασφαλτοστρωμένους δρόμους (σιερόστρατες). Κτίζονται χιλιάδες πέτρινα γεφύρια, κυρίως με πελεκημένους ασβεστολιθικούς κύβους καθώς και με κροκάλες.
Στο χωριό Ασγάτα, που βρίσκεται στην επαρχία Λεμεσού, βρίσκεται ένα από αυτά τα πέτρινα γεφύρια. Πρόκειται για γεφύρι ενός ημικυκλικού τόξου το οποίο γεφυρώνει τον ποταμό της Αγίας Μαρίνας (παραπόταμος του Βασιλικού) στην τοποθεσία "Χαρτζιή", όπου εκεί βρίσκονταν μεγάλα μεταλλωρυχεία, και τα οποία σήμερα είναι γνωστά σαν "μεταλλωρυχεία Καλαβασού".
Κτίζεται το 1937 και σε μια περίοδο που η εξόρυξη μεταλλεύματος στην περιοχή βρίσκεται σε μεγάλη έξαρση λόγω της ανάγκης των Άγγλων σε χαλκό και χρυσό. Ταυτόχρονα με το γεφύρι, κτίζονται και κάποια άλλα μικρότερα για να γεφυρωθούν αργάκια όπως το "βαθύ αργάκι".
Η γεφύρωση των ποταμών συνέτεινε έτσι ώστε σε πολύ λίγο χρόνο, η Ασγάτα από ένα μικρό χωριό στο οποίο κατοικούσαν μερικές δεκάδες γεωργοί, να μετατραπεί σε μια μικρη πολίχνη, οι κάτοικοι της οποίας ασχολούνταν κυρίως με την μεταλλουργεία και την γεωργία. Το γεφύρι βρίσκεται βορειοδυτικά από τον παλαιό πυρήνα του χωριού και δίπλα από τον δρόμο Ασγάτα - Βάσα Κοιλανίου.
Όταν το 1960 η Κύπρος για πρώτη φορά στην ιστορία της "ανάπνεε" αέρα ελευθερίας, αυτά τα πέτρινα γεφύρια πέρασαν στην αχρησία και στην θέση τους κτίστηκαν άλλα με μπετόν, κατατάσσοντας τα παλαιά στο χρονοντούλαπο της ιστορίας, αφήνοντας τα ταυτόχρονα έρμαιο των καιρικών συνθηκών, ωσότου καταρρεύσουν.