Το χωριό Κοκκινοτριμιθιά ή όπως λεγόταν μέχρι και πριν μερικά χρόνια «Κοκκινοτριμυθιά» το συναντούμε 17 χιλιόμετρα δυτικά της πρωτεύουσας του νησιού, Λευκωσία. Είναι κτισμένο μέσα σε έναν τεράστιο και σχεδόν επίπεδο κόκκινο κάμπο ο οποίος βρίσκεται νότια μεγάλης σε έκταση αλλά και με μεγάλο βάθος γεωλογικής τάφρου η οποία είναι το αποτέλεσμα της διαμόρφωσης του νησιού μετά την ανάδυση του από τον βυθό της Τηθύος.
Στο σήμερα το χωριό μας παρουσιάζεται σαν μια σύγχρονη κοινωνία η οποία προσφέρει κάθε δυνατή διευκόλυνση προς τους κατοίκους της, εξασφαλίζοντας τους ευχάριστη και ασφαλισμένη διαμονή, μεγαλώνοντας το όλο και περισσότερο και αυτό είναι περισσότερο από εμφανές από τον αριθμό των νέων οικιστικών μονάδων που ανεγείρονται μέσα στα γεωγραφικά όρια του.
Υπάρχουν σχολεία για όλες τις βαθμίδες εκπαίδευσης από το νηπιαγωγείο μέχρι και το γυμνάσιο, γεγονός που διαδραματίζει σημαντικό παράγοντα στο να παρθεί η απόφαση για παραμονή στην κοινότητα των νεαρών ζευγαριών αλλά και πόλος έλξης για ξένους.
Βιομηχανικές και κτηνοτροφικές ζώνες αποτρέπουν την δημιουργία εντός της οικιστικής περιοχής μονάδων που σίγουρα θα ενοχλούσαν και θα υποβάθμιζαν την ποιότητα της ζωής των κατοίκων. Οι μεγάλες εκτάσεις γεωργικής γης είναι ένας άλλος βασικός παράγοντας που οδήγησε το χωριό στην τωρινή του ανάπτυξη.
Στο άλλοτε παραδοσιακό κέντρο, υπάρχουν κάποιες γειτονιές οι οποίες μας «έρχονται» από το παρελθόν του και τα σπίτια που τις αποτελούν μας φανερώνουν την αρχιτεκτονική που είχε κατά την περίοδο που άρχιζε λίγο πριν το τέλος της Τουρκοκρατίας και κράτησε μέχρι το 1980, όταν άρχισε η μεγάλη ανάπτυξη του με σύγχρονες οικιστικές μονάδες.
Πρόκειται για σπίτια κτισμένα στην βάση της Μεσαορίτικης αρχιτεκτονικής η οποία θέλει μεγάλες εξώπορτες σε ισόγειο το οποίο είναι κτισμένο μέχρι το πάτωμα του ορόφου με ασβεστολιθική πέτρα. Ο όροφος ή το ανώι κτίζεται με πλιθάρια ή πλίνθους αν προτιμάτε. Παράθυρα βλέπουμε στο ανώι καθώς και εξωτερικό ξύλινο μπαλκόνι, το οποίο «βλέπει» στον δρόμο.
Η μεγάλη εξώπορτα άνοιγε στον ηλιακό ο οποίος σχηματιζόταν από καμαρωτά τόξα και οδηγούσε σε μεγάλη εσωτερική αυλή. Γύρω από την αυλή ήταν κτισμένα τα κυρίως δωμάτια του σπιτιού αλλά και τα βοηθητικά τόσο για τους ιδιοκτήτες όσο και για τα ζώα τους.
Η περιοχή όπου είναι κτισμένο το χωριό, φέρει μαζί της βαριά ιστορία η οποία έχει άμεση σχέση με την παρουσία του ανθρώπου στο νησί, αλλά και με σημαντικά γεγονότα που διαδραματίστηκαν στο πέραμα των αιώνων.
Μεγάλο και σημαντικό ιστορικό γεγονός είναι η διεξαγωγή της μάχης μεταξύ του Ισαάκ Κομνηνού και του Ριχάρδου του Λεοντόκαρδου στις 17 Μαΐου το 1911 στο τότε χωριό που υπήρχε στην περιοχή. Φυσικά η τοποθεσία αυτή αμφισβητείται και την τοποθετούν σε κάποιαν άλλη περιοχή του νησιού, αγνοώντας την τότε μορφολογία του εδάφους της περιοχής εκείνης αλλά και την ύπαρξη ελών και βάλτων που καθιστούσαν αδύνατη την διέλευση οργανωμένου στρατού.
Μετά την ήττα που δέχθηκε στην Κοκκινοτριμιθιά ο Ισαάκ Κομνηνός, διέφυγε με μικρή δύναμη στρατιωτών και μέσω του μοναδικού περάσματος που υπήρχε από την δυτική Κύπρο προς την περιοχή Αμμοχώστου, πέρασμα το οποίο βρισκόταν στην περιοχή του σημερινού χωριού Πύλα και κατέληξε στο Ακρωτήρι Απόστολος Ανδρέας όπου υπήρχε μοναστήρι – φρούριο. Ευρισκόμενος εκεί συλλαμβάνεται από άντρες του Ριχάρδου οι οποίοι εν τω μεταξύ είχαν καταλάβει το Κίτιο και την Αμμόχωστο, εισβάλλοντας από την θάλασσα.
Όταν ο Ισαάκ κατάλαβε ότι θα έχανε την μάχη, διέταξε τους αυλικούς του και έθαψαν το περιεχόμενο του θησαυροφυλακίου του, με την προσδοκία ότι θα επέστρεφε μετά που ο Ριχάρδος θα έφευγε προς τους Αγίου τόπους για να το ανακτήσει. Αντίθετα από ότι πίστευε, ο Ριχάρδος τον εξόρισε από το νησί, στο οποίο δεν επέστρεψε ποτέ και έτσι ο θησαυρός έμεινε θαμμένος κάπου μέσα στον κόκκινο κάμπο του σημερινού χωριού.
Όταν ο Ριχάρδος ολοκλήρωσε την επιθυμία της δυτικής εκκλησίας και υποδούλωσε το νησί, το πώλησε στους Φράγκους της Συρίας από την οποία μεταφέρονται χιλιάδες έποικοι στους οποίους μοιράζεται η γης δημιουργώντας έτσι τα φέουδα. Το χωριό, λόγω της σπάνιας ομορφιάς του αλλά και της τεράστιας παραγωγής που έδινε ο κόκκινος κάμπος, μετατράπηκε σε μήλο της έριδος μεταξύ των Φράγκων φεουδαρχών, οι οποίοι ήθελαν ο κάθε ένας για τον εαυτό του την περιοχή. Στα χρόνια της Τουρκοκρατίας το χωριό μοιράζεται σε μικρότερα φέουδα ή αν προτιμάτε τσιφλίκια και τα οποία ενοικιάζονται σε οικογένειες Μαρωνιτών του Λιβάνου.
Η ανεξαρτησία του νησιού το 1960 βοήθησε έτσι ώστε να αναπτυχθεί προς όλες τις κατευθύνσεις και να μεταμορφωθεί σε αυτό που βλέπουμε σήμερα, μία σύγχρονη και προοδευτική κοινότητα η οποία έχει όλα τα προσόντα για να μετατραπεί σύντομα σε μία πολύ όμορφη και φιλόξενη πόλη.