Ήταν το τέλος του 15ου αιώνα και αρχές του 16ου και οι επιδρομές των Φράγκων κατακτητών του νησιού, στις πόλεις και παράλιους οικισμούς ήταν καθημερινό φαινόμενο.
Πολλοί από τις λίγες χιλιάδες κατοίκους του νησιού, εισχώρησαν μέσα στα πυκνά δάση, ψάχνοντας για περιοχές, απρόσιτες και δύσβατες για τους κατακτητές.
Ανάμεσα τους και η οικογένεια του Ιεροδιάκονου Λέοντα Κούρδαλη. Ακολουθώντας άναντι την κοίτη μικρού ποταμού που οι εκβολές του ήταν στον κόλπο της Μόρφου, μετά από πολλά χιλιόμετρα βρέθηκαν σε ένα τοπίο τόσο όμορφο και ωραίο. Βρισκόταν πολύ μακριά από τα παράλια και ο ποταμός με την μαιανδρική του πορεία, είχε δημιουργήσει ένα πυκνό με πανύψηλα δένδρα δάσος. Τοπίο που πληρούσε όλα όσα έψαχναν οι διωκόμενοι για να κτίσουν τον οικισμό τους.
Δίπλα από τον μικρό ποταμό, ό οποίος δεν στέρευε ποτέ, ανάμεσα σε πανύψηλα και ευθυτενή Πεύκα, όπου στις φυλλωσιές τους έβρισκαν καταφύγιο χιλιάδες ωδικά πουλιά, έκτισαν Χριστιανικό Ορθόδοξο Ναό. Τον αφιέρωσαν στην Παναγία.
Ήταν μία τρίκλιτη Βασιλική που έφερε δίρριχτη ξύλινη στέγη, την οποία κάλυψαν με επίπεδα κεραμίδια, κατασκευασμένα από τους ίδιους. Γύρω από τον Ναό, στο πέρασμα των χρόνων, οικοδομήθηκαν Μοναστηριακά κτίρια, τα οποία φιλοξενούσαν άντρες Μοναχούς. Έτσι «γεννήθηκε» η Μονή Παναγίας Χρυσοκουρδαλιώτισσας.
Η ασφάλεια που πρόσφερε η περιοχή της Μονής, αλλά και το εύφορο των λιγοστών έστω αγρών, αποτέλεσε πόλο έλξης για πολλούς άλλους κατοίκους. Πολλοί οικισμοί «γέμισαν» την στενή κοιλάδα του ποταμού, όπου οι κάτοικοι τους ασχολούνταν με τις γεωργικές δουλειές που τους προσέφερνε η Μονή Της Παναγίας.
Αυτό κράτησε μέχρι τα μέσα της Τουρκοκρατίας. Όταν οι Τούρκοι, ανακάλυψαν την περιοχή, η Μονή εγκαταλείφθηκε και πολλοί οικισμοί άδειασαν και οι κάτοικοι τους μαζεύτηκαν στον πιο κοντινό στην Μονή οικισμό. Έτσι «γεννήθηκε» το χωριό Κούρδαλι.
Το εγκαταλελειμμένα κτίρια της Μονής, χαλάστηκαν για να χρησιμοποιηθούν οι πέτρες για την οικοδόμηση οικιών. Έτσι έμεινε μόνο ο Ναός, ο οποίος αποτελεί σήμερα, έναν πολύ όμορφο προορισμό. Πολύ λίγοι γνωρίζουν την ύπαρξη του, αφού η τοποθεσία που επιλέγει για να οικοδομηθεί, ήταν και είναι πολύ δύσβατη και απομακρυσμένη.